Σάββατο 21 Μαρτίου 2009

Καλυψώ

Οκτώβρης 1991, καθόμαστε δίπλα δίπλα στο εργαστήρι στη Λασσάνη. Είμαι κρυολογημένη. Της φαίνεται πολύ αστείο που το χαρτομάντιλο καλύπτει σχεδόν όλη τη φάτσα μου. Κάνει καταπληκτικές σκιές στο ελεύθερο σχέδιο, εγώ πάλι όχι...Βαριέται στο γραμμικό, λατρεύω το γραμμικό. Κάθε Σάββατο αδειάζουμε τα μελάνια στο νιπτήρα του φροντιστηρίου. Κάθε Σάββατο αδειάζουμε κόκκινες κούπες νες καφέ στο Διατηρητέο. Κάθε Σάββατο πάμε «Αλυσίδα». Κάθε καλοκαίρι για 13 συναπτά έτη πήγαινε Μύκονο. Δεν έχω πάει ποτέ. Είχε το πιο ωραίο μαύρο μπλουζάκι, φερμένο από το Μιλάνο, για τα μάτια της και μόνο στην ηλικία των 15 ετών.
Έχουμε γενέθλια με μια μέρα διαφορά. Έχουμε τον ίδιο ωροσκόπο. Λατρεύω να τη ρωτάω, «Καλυψώ τι ωροσκόπο έχουμε;» για να ακούω κάθε φορά «Τοξότη»! Μέσα σ’εκείνη τη λεξούλα κρύβεται η ισορροπία του σύμπαντος μου. Αγαπάει τη γυμναστική, μισώ τη γυμναστική. Δεν τρώει κρέας, δεν μπορώ να ζήσω χωρίς κρέας. Κοιμάται αργά, κοιμάμαι με τις κότες. Πίνει καφέ πλασίμπο, χτυπάω τον ένα εσπρέσο μετά τον άλλο. Όταν είμαστε καλά λατρεύουμε να διαβάζουμε. Όταν δεν είμαστε καλά λατρεύουμε να περπατάμε. Λατρεύουμε το θέατρο και το σινεμά, ανεξαρτήτως διάθεσης.
Είναι ο μόνος άνθρωπος που βρίζει το σκυλί μου μπροστά μου κι εγώ από την άλλη της χαμογελάω ντροπαλά. Θυμάται τα πάντα, ανά πάσα ώρα και στιγμή. Είναι η μόνη που δεν «πήγε» τον Ζάχο. Έχει απίστευτη αδυναμία σε κάποιον που εγώ αντιπαθώ σφόδρα.
Ντύνεται πολύ θηλυκά και φοράει καταπληκτικές γόβες. Όταν βλέπει πώς είμαι ντυμένη, σπάει τρυφερό χαμόγελο και με φωνάζει τρελοκομείο. Είναι ο ένας από τους δύο ανθρώπους που συγχύζω άθελα μου. Τους χωρίζουν τρεις μήνες, τέσσερα χρόνια και κάτι ψηλά. Σχεδόν ποτέ δεν μπορώ να απαντήσω σ’αυτά που με ρωτάει γιατί πολύ απλά είμαι ξεχασιάρα. Εκείνη πάλι δεν ξεχνάει τίποτα. Θυμάται ότι μου αρέσει το τραγούδι νούμερο έξι στο τάδε cd. Κι εγώ την φρικάρω γιατί όχι μόνο δε θυμάμαι ποιο τραγούδι μου αρέσει, αλλά ούτε καν ποιος το τραγουδάει.
Λατρεύει να οδηγεί. Μ’ αφήνει να κλέβω κοκαλάκια από σακουλίτσες Χόντος. Μ’ αφήνει άναυδη ώρες ώρες με την τσαχπινιά της. Βάζει το μωβ φουστάνι μου να λέει πράγματα που νομίζω πως θα έλιωναν και βράχο. Διαθέτει καυστικότατο χιούμορ και μια ψυχή ατόφια, σαν το ασήμι που δουλεύει στα κοσμήματά της. Και όχι ακόμη δεν μου έχει κάνει το κολιέ για τα γενέθλια των 33 μου χρόνων, γιατί όπως θρασύτατα δήλωσε, ευθύνομαι εγώ και μόνο εγώ που τη βγάζω έξω τα Σαββατόβραδα και της σπαταλάω τον ελεύθερο χρόνο της.
Νομίζω όμως ότι κατά βάθος με αγαπάει αν κρίνω από το πόσες φορές με πήρε τηλέφωνο ωρυόμενη όταν ανακάλυψε έντρομη, πως περασμένα τα 33 και δε φοράω κρέμα νυκτός. Της ανταπάντησα ότι η φιλοσοφία της γερμανικής εταιρείας που φοράω, εγώ και οι πρωταγωνίστριες στο Sopranos, θέλει την επιδερμίδα να αναπνέει ελεύθερα το βράδυ. «Μαλακίες», μου είπε, «επειδή ο δικός μας πρίγκιπας θα αργήσει, άσε τις γερμανικές μπούρδες και πάρε μια La prairie». Κι επειδή θα ξεπαραδιαστώ, μου πρότεινε κι αυτό το άλλο το θαυματουργό με το ασπράδι αυγού...δεν τόλμησα να διαμαρτυρηθώ ότι βρομάει...μου είπε και κάτι για αγνό παρθένο ελαιόλαδο, και όχι, με κοίταξε με επιτιμητικό βλέμμα, δε θα κάνεις σαλάτα! Αν και θα έπρέπε να τρως κι απ’ αυτό!
Σήμερα Σάββατο μεσημέρι, θα της προτείνω να πάμε Διατηρητέο, γιατί ο καιρός φέρνει στη διαφήμιση του νες καφέ, τη χειμωνιάτικη, της εποχής μας. Δεν το ξέρει ακόμη, αλλά νομίζω πως θα κατέβει, εξάλλου θα θέλει να πάρει και τις μωβ μπάλες από το Fresh, αυτές που μοσχοβολάνε Καλυψώ!