Δευτέρα 24 Μαΐου 2010

Πιστεύεις στην τύχη; - Όχι πάντα.

"Πιστεύεις στην τύχη;" -"Όχι πάντα."

-Συμφωνεί. Όχι πάντα. Ωραία ζυγιασμένο.

"Αργείς.", της γράφει. "Παρααργείς..."

-Έτσι είναι Ελενάκι, καμιά φορά παρααργεί!

Ανεβαίνει τα σκαλιά. Μοκέτα κόκκινη μια χροιά μπλε, όσο για να την κάνει μη προκλητική. Περπατά τα τακούνια στο μωσαικό, βαθιά ανάσα,... μπαίνει.
Κοντοστέκεται. Βαθιά ανάσα. και βουτιά. Το παρκέ γλυστράει ευχάριστα. Τα χρώματα είναι μελωδικά, τα δέντρα είναι χειροποίητα. Ο Βασίλης είναι κάπου.
Νερό.
Διασχίζει την αμηχανία. Και βουτά.
Θα ξεδιπλωθεί με την ώρα, το χαμόγελο θα ανθίσει πάλι, το τηλέφωνο θα την κάνει να γελάσει δυνατά.
Να σε νοιάζονται από απόσταση! Ωραίο πράμα, πάντα! Να σε νοιάζονται... στα δύο μέτρα! Ωραίο πράμα, πάντα!
Ξαναμπαίνει στην αίθουσα, διασχίζει το χώρο, πάει και στέκεται εκεί δίπλα στην οικειότητα. Πιάνει το πιρούνι, κλέβει το ριζότο. Χαμογελά. Αναπνέει χαλαρά. Τσιμπά ένα, δύο, τρία καναπεδάκια, τα μπουκώνεται, ενοχή καμιά! Την πιάνουν στα πράσα! Τον κοιτά. Μπουκωμένη την ντοματούλα, καταπίνει,... γελά! Αγαπά να την πειράζουν, αγαπά!

Ακόμη τα χάνει, τα 2,5 κιλά του Ζαγορίου, ακόμη τα χάνει! Χαμογελά.

Αταξίες γλυκές. Ένα χωνάκι σοκολατί, δαχτυλάκια παιδικά βουτηγμένα μέσα. Ματάκια τεράστια καστανά, σαστισμένα στη σοκολάτα. Καλώς ήρθες Μπίλυ! Καλώς ήρθες! Σκανταλιές! μαζεμένοι γύρω σου, μια χούφτα ενήλικες, σε υποδέχονται στον κόσμο των παιδικών δικών τους παρελθοντικών σκανταλιών.
Καλώς ήρθες! Να την και η πρώτη κουταλιά τσηζκεηκ! Να την και η δεύτερη.  στρωτά στρωτά, άψογα συνεργάσιμος! Ενήλικες - παιδιά, μεσημέρι Κυριακής σου κλείνουν συνομωτικά το μάτι, μπουκώνοντας σε, κουταλιές φουξια τσηζκεηκ.

Ανεβαίνουν τα σκαλιά. Ανεβαίνουν συνομωτικά. Το χαι λαιτ του “παλατιού”, είναι κάπου απάνω ψηλά. Σκάλες μεταλλικές, στενές, συνομωτικές. Αττικός, μαγιάτικος γαλάζιος μοναδικά ουρανός.
Ανοιγοκλείνεις τα μάτια. Λευκό, λευκό, αγριολούλουδα, δέντρα λιλά, τέντες υφασμάτινες μπλε, τέντες του '60. Καπνός και λιγός καπνός ακόμη, ..." Λου Ρηντ", και τα "Κακά παιδιά", όλοι εκεί μαζεμένοι, εκτεθειμένοι στο αττικό φως.

Μια χούφτα ενήλικες, κάνουν ζαβολιές, αλαμπρτσέτα τις επιλογές τους, εκείνες τις παρμένες κάπου στα 18, εκεί πάνω στην ταράτσα, τις ακουμπούν στο πεζούλι και κάνουν update τα μη καθώς πρέπει, τα politically incorrect. Θα μεταφέρουν τα κινητά, τα άδεια ποτήρια και την κερδισμένη, εκεί πάνω, ανεμελιά, και θα τη χώσουν πανηγυρικά, Κυριακή απογευματάκι, εκεί, ανάμεσα στις μουσικές, και στα γέλια, και στα χωνάκια.

Εκεί στα τελειώματα, τρώγοντας το -ν γλυκό χωνάκι, θα ρθεις εσύ, που μοιραζόμαστε το ίδιο δεύτερο όνομά και αναπάντεχα θα μου χαρίσεις ένα απόγευμα Κυριακής.

Θα βυθιστεί στο κάθισμα, θα προσδεθεί, τα δέντρα να ‘ναι μωβ και η αγαπημένη της γειτονιά, μια τζούρα δρόμος. Απόγευμα Κυριακής, εκεί στα όρια του καθώς πρέπει και του δικού της νησιού, θα πιεί τον φραπέ, θα ξεφυλίσει τον κατάλογο με τα κοκτέηλς, με τα πόδια ψηλά στις απέναντι καρέκλες, θα ζητήσουν συγνώμη για το θάρρος, και η ιστορία θα αρχίσει.

Ζωές να ξετυλίγονται, ριγμένες άτακτα στις αθηναικά στρωμένες, πλάκες πεζοδρομίου. Το βλέμμα να σκαλώνει στην ατίθαση πλάκα. Χαμογελά αφηρημένα, ίσως και όχι τόσο αφηρημένα. Σηκώνει το βλέμμα και την κοιτά.
Έχει μια φωνή καταπληκτικά βραχνή, έχει ταξιδέψει τη ζωή κυριολεκτικά και μεταφορικά. Την πάρκαρε σε δυο στενά. Μέρα Αυγουστιάτικη, ίσως μέρα Μαγιού.

Μέρα Μαγιού, περασμένους τους 34 Φλεβάρηδες της, ξεκαρδίζονται στα γέλια. Σόρυ ρε Κάθρην, αλλά είναι αστείες. Οι ζωές μας έχουν υπάρξει,αν μη τι άλλο απροσδόκητα αστείες!

Nαι, πιστεύω στην τύχη, όχι πάντα, αλλά κάτι Κυριακές, ναι πιστεύω!Κάτι Κυριακές έρχονται και σε συναντάνε οι άνθρωποι που πρέπει!

Dedicated to Sonia & Xeno for letting me be a part of an unforgettable day.
Dedicated to Birious, for lending me a “pill”, and a title.
Especially dedicated to a legendary traveler Katerina – X.,who offered me a priceless gift, her personal time.

Παρασκευή 7 Μαΐου 2010

Μια πόλη μαγική, ζούμε κάτι Σάββατα μαγιάτικα, στο τρίτο.

Το παραδέχεται, το παραδέχεται, το παραδέχεται!
Το φορεματάκι που φοράει μέρες τώρα, ναι, ναι, αυτό το «η μικρή Χάιντι στο λιβάδι», ναι,  το πήρε γιατί της θυμίζει τη μαμά της!

Να είναι Παρασκευή απόγευμα, ο μήνας Ιούνης, τα απογεύματα γλυκά και οι ώρες να σπρώχνονται από το πρωί. Τα κεφτεδάκια να είναι το σωστό μέγεθος, η σωστή γεύση, το σωστό αλάτι, το σωστό κριτσάνισμα, και ο δυόσμος στη σωστή θέση...πολύ πριν τον ξανασυναντήσει χρόνια αργότερα ως συστατικό στα μοχίτα!
Όλα να είναι σωστά! Και προπαντός...η σωστή μέρα! Η αγία Παρασκευή! Όχι, όχι δε δουλεύει, δε διαβάζει, δεν, δεν...μόνο παίζει, βαριέται, παίζει, βαριέται, τρώει παγωτό σικάγο! Αυτά! Και είναι Παρασκευή!Μια Παρασκευή κάπου πίσω στο ’80!

Την βλέπει να κατηφορίζει, το φουστάνι να 'ναι αέρινο, στράπλες, μαύρο φόντο με λουλουδάκια! Όλα τα λουλουδάκια του κόσμου συγκεντρωμένα στο πιο πιο σημαντικό φουστάνι του κόσμου! Στης μαμάς της! Μακρύ, τόσο όσο, αέρινο και ευωδιαστό...να μοσχοβολάει αρμάνι.
Την βλέπει από το μπαλκόνι, στροφή επιτόπου, μπουρδουκλώνεται στα σκαλιά, τα πηδά τρία τρία μαζεμένα, ανοίγει την πόρτα και χύνεται στο δρόμο, τον διασχίζει, και χύνεται στην αγκαλιά της. Να 'ναι Ιούνης και το καλοκαίρι μόλις να ξεκινάει!Σαιντ Πωλ!

Το παραδέχεται, το παραδέχεται, το παραδέχεται!
Το Lurpak μπορεί να το τρώει σε ισόποσα πάχυτα, τόσα όσα..τα εκατοστά του ψωμιού!
Βουτηράκια Lurpak στο χρυσόχαρτο, μέλι Θάσου- πευκόμελο, και ψωμάκι λευκό χωριάτικο. Πρωινό, το πρωινό, σε ένα μπαλκόνι ξενοδοχείου οι τέσσερις μαζεμένοι. Διακοπές! Διακοπές σε νησί!
Να φορά ένα φόρεμα κίτρινο κροκί, τα μαλλιά, αχ...αυτά τα μαλλιά να είναι το ιδανικό μήκος, η ιδανική μυρωδιά, τα ιδανικά σπασίματα στις μπούκλες και η ατάκα ειρωνική!παιχνιδιάρικα ειρωνική! Σε νησί...καταλάβατε πως είμαστε σε νησί? Αν δεν κάνανε τον γύρo του νησιού θα μπορούσαν να είναι και στην..Χαλκιδική!

Με το φέρυ μπωτ στην Καβάλα, στο θέατρο στους Φιλίππους, να δούνε τι? Δε θυμάται πια...την coca cola θυμάται να την πίνει ασταμάτητα, λαίμαργα σα να μην έχει επιστροφή! Την coca και τους Duran duran σε μια ασπρόμαυρη τηλεόραση στο «λόμπι»..., ο Θεός να το κάνει «λόμπι», του ξενοδοχείου. Να 'ναι μικρή και να βαριέται το «μουσικόραμα». Να 'ναι μικρή και να μη βαριέται το «Ντάλλας»...όσο αργά περνούσε το «μουσικόραμα», τόσο γρήγορα περνούσε το «Ντάλλας». Τζα! Και τέλος!

Τον πρώτο της φραπέ, εκεί τον ήπιε...βασικά τον έκλεψε! Έκλεψε μια τζούρα παρατημένου μεγαλίστικου φραπέ, απόγευμα Αυγουστιάτικο, κάπου το ’80, κάπου εκεί, στη Θάσο, λίγο έξω από τα Λιμενάρια, έκανε μια σκανταλιά που μπορεί να θυμάται, 34 Φλεβάρηδες μετά!
Τα καθίσματα, να ‘ναι πλαστικά πορτοκαλιά, να 'ναι βαριά, να 'ναι ντηζάιν του '80...βασικά να είναι '80...και ξεβαμμένα από τον ήλιο!

Το παραδέχεται, το παραδέχεται, το παραδέχεται!
Τρελαίνεται για τον ήλιο! Τον ήλιο τον Μαγιάτικο! Πρωινά Σαββάτου, το τρίτο πρόγραμμα στο ραδιόφωνο, στη διαπασόν, κι εκείνη να την χορεύει βαλς, στην αγκαλιά της! Η μαμά της! Φοράει ένα πουκαμισάκι πτι καρώ κόκκινο και μια ζιπ κιλότ τζην! Η μαμά της! Την κρατά αγκαλιά και την στροβιλίζει, εκεί στο σαλόνι, τα μαλλιά μακριά, χτενισμένα ανέμελα προς τα έξω, στη μόδα των αρχών του ’80!
Ένα πικάπ, δίσκοι με την Ρόζα ρόζα ροζαλία και τον δήμαρχο Χαρχούδα για εκείνους, και πάντα, μα πάντα, Χατζηδάκη για εκείνη! Τη μαμά της! Ο αγαπημένος της. Ιεροτελεστία. Σάββατο το Σάββατο στην αγορά για έναν δίσκο και ένα βιβλίο! Και μετά? Μετά στο σπίτι να χορεύουν βαλς.

Κοιτά την Αλεξία στην αγκαλιά της μαμάς της.
Κοιτά εσένα να την κρατάς, ίδια, στα Λιμενάρια, είσαι λίγα χρόνια μετά τους 34 Αύγουστους σου. Είσαι το ίδιο μαυρισμένη, το ίδιο βλέμμα, η ίδια ερασιτεχνική ειλικρίνεια, αποτυπωμένη σε μια φωτογραφία των αρχών του ’80.

Μακάρι να υπάρχουν στιγμές, αργότερα στη ζωή, στην ενήλική σου ζωή, εκεί κάπου ανάμεσα στα τρεξίματα, στα χασίματα, στα χωσίματα, στα δάνεια και στα Δ.Ν.Τ., να υπάρχουν στιγμές που εσύ ο επαγγελματίας πια ενήλικας...να καταφέρνεις να συναντιέσαι με τον νεανικό ερασιτεχνικό εαυτό σου, εκείνον που γυρόφερνες σε αυλές, καλοκαιριάτικα, πίσω στην ερασιτεχνική δεκαετία του ’80.

Να ‘ναι απόγευμα Αυγουστιάτικο, να ‘χεις μόλις σηκωθεί από την απογευματινή ραστώνη, τα τζιτζίκια να σκάνε, τα πεύκα να μοσχοβολάνε, να με παίρνεις αγκαλιά κι εγώ να ανυπομονώ να φάω επιτέλους κάτι λουκουμάδες τίγκα στο μέλι, το παγωτό να λιώνει, και τα καρύδια να τα φτύνω...παιδιάστικα... στο πιάτο...

Το παραδέχεται...τα καρύδια...ποτέ δεν κατάλαβε τι εξυπηρετούν! Τα φτύνει ακόμη, 34 Φλεβάρηδες μετά..ακόμη... και από τους κουραμπιέδες!



Dedicated to my mom for the most unforgettable waltzes, of my childhood!
Dedicated to Alexia for bringing out, unexpectedly, this memory from my childhood's closet.
Dedicated to Konstantinos whose political choices & work ethic i do, do admire.
Especially dedicated to each and every of you who stay true to your inner - self, no matter the cost you have to pay.

Τετάρτη 5 Μαΐου 2010

Άτιτλο 2ο, λόγω αδυναμίας να αναμετρηθώ με τη ζωή.Πάντα νικάει. Πάντα.

Στο τηλέφωνο μου λέει ότι το κεράκι είναι ένα...8!
«Θα το σβήσεις 8 φορές», της λέω, « και θα κάνεις 8 ευχές!»

Δεν εντυπωσιάζεται!

«Έχει και δυο πουράκια», μου λέει. «Άρα θα κάνω 10 ευχές!»
«Οκ, αλλά του χρόνου», της λέω, «θα κάνεις πάλι 8, γιατί θα χρωστάς την έξτρα φετινή!»

Δεν εντυπωσιάζεται με τίποτα. Εξάλλου το...του χρόνου..είναι τόσο μακριά! για εκείνη. Τώρα το θέμα είναι η τούρτα!

«Τι είναι;», την ρωτά.
«Σοκολάτα!», της απαντά.
«Εύα», της λέει, «θα φας το κομμάτι και μετά τρέχα στο καλάθι. Η τελευταία ανάμνηση της μέρας να είναι η γεύση της σοκολάτας, να προλάβεις να μπεις κάτω από το πάπλωμα και το στόμα να είναι ακόμη μπουκωμένο στη σοκολάτα!»

Παράδεισος! Α, και που είσαι Ευάκι, μείνε στο 8! Το 8 είναι μια χαρά!

Σήμερα Ευάκι, δεν έχω διάθεση. Ούτε το πρωί είχα. Κάτι με τρώει Ευάκι και δεν το βρίσκω. Μπορεί και πολλά. Βαρέθηκα Ευάκι. Είμαι σε φάση αναστοχασμού Ευάκι. Μην τα ρωτάς. Φτιάχνω τις ντουλάπες Ευάκι. Τις ντουλάπες του μυαλού.

Καλοκαιριάζει Ευάκι. Έχω πορωθεί και με ένα θέμα. Μετα νεωτερικότητα, το λένε. Άστο Ευάκι, άστο για αργότερα. Ψάχνω, ψάχνω, ψάχνω τι να σου πω. Θέλω κάτι αισιόδοξο, αλλά γύρω μου βλέπω μόνο μπερδεμένους Ευάκι. Όλοι μπερδεμένοι. Όλοι κάτι ψάχνουν, όλοι τρέχουν Ευάκι. Μπαίνουν, βγαίνουν, υποτίθεται πως ερωτεύονται. Δεν.

Λες οι έρωτες να μετοίκησαν σε άλλον πλανήτη; Δεν ξέρω, ρε συ Εύα! Δεν ξέρω.
Ξέρεις κάτι; Αγαλματάκια παίζετε ακόμη; Ωραία ήταν τα αγαλματάκια! Και τα άλογα και πούμα...

Παιχνίδια παιδικά, Εύα. Ωραία!

Παιχνίδια ενηλίκων, Εύα. Καθόλου ωραία.
Ξέρεις κάτι Εύα. Βαρέθηκα. Μας βαρέθηκα. Κάνε κάτι! Εσύ, η δική σου γενιά, ας κάνει κάτι!
Ξέρω γω, βρε Εύα; Κράτα τον από το χέρι! Ξέρω γω; Κοίτα τον στα μάτια!
Ερωτεύσου τον, Εύα! Ερωτεύσου τον!

Εμείς Εύα, μπερδευτήκαμε στις επιλογές! Το multiple choice το μεταφέραμε από τις ασκήσεις των αγγλικών, στις ασκήσεις της ζωής. Εμάς Εύα, μας τρελάνανε στις επιλογές. Λαλήσαμε, Εύα.
Ξέρεις Εύα, βαρέθηκα να διαλέγω. Στο αεροπλάνο πια, κλικάρω μια θέση συγκεκριμένη, πάντα την ίδια. Χάνω το χρόνο μου, Εύα, τον χάνω αποφασίζοντας για χιλιάδες ηλίθια πράγματα. Μη διαβάζεις το «ηλίθια»...πήδα το...,αλλά ξέρεις είναι όντως ηλίθια, ανούσια τα πράγματα...το καταλαβαίνεις το «ανούσια»; Ή είναι νωρίς ακόμη; Μακάρι να είναι πάντα νωρίς. Μακάρι να υπάρξουν λέξεις που να μη χρειαστεί να αναμετρηθείς μαζί τους. Μακάρι να μη σκέφτεσαι τις επιλογές. Μακάρι να ζεις με την καρδιά.
Εμείς Εύα...ζούμε μια ζωή φοβισμένη. Μην τυχόν και κάνουμε τη λάθος επιλογή. Μας έχουν τρελάνει στις επιλογές. Να ρωτήσω κάτι, Εύα; Σταματάνε ποτέ οι επιλογές; Ποτέ!
Ψαχνόμαστε Εύα, ψαχνόμαστε....κάπου εκεί μέσα στις επιλογές και στις επιθυμίες χαθήκαμε, Εύα. Σταματάνε ποτέ οι επιθυμίες, Εύα; Ποτέ!

Το βρήκα Εύα, αυτό που θέλω να σου γράψω φέτος, το βρήκα, δεν είμαι στο φόρτε μου, άδειασα χτες. Το μυαλό μου δεν έχει γυρίσει από την Συκιά. Ξέρεις Εύα, τα άυλα δώρα είναι τα καλύτερα! Μα είσαι μόνο 8 και δε χρειάζεσαι κηρύγματα!
Αλλά Ευάκι, μακάρι να καταλάβεις πού θες να σταματήσεις, μακάρι να μη φοβηθείς. Να τολμάς Εύα. Να τολμάς να γνωρίζεις. Και να είσαι ειλικρινής με τον εαυτό σου και με τους άλλους.

Της θείας σου, την Κυριακή, της χάρισαν μια παράταση κι εκείνη βρέθηκε αναπάντεχα να κοιτάει την πόλη της από τη θάλασσα! Ευάκι, την αλήθεια, τη δική σου αλήθεια να την αντέχεις, και να την προσφέρεις στο πιάτο!

Κάποια κοπέλα, σήμερα Εύα μου, κοιμήθηκε για πάντα. Το δικό μας «κάποια», Ευάκι μου, για «κάποιον» άγνωστο μας, είναι ολόκληρη η ζωή του.
Εύα μου, μπορείς να καταλάβεις το «για πάντα»;
Δεν ξέρω αν στα οκτώ μπορείς.
Κάποια στιγμή, περασμένους δεν ξέρω πόσους Μάηδες, κάποιος άγνωστος σε μας τώρα, θα είναι τότε ολόκληρη η ζωή σου. Και σε εκείνον τον άνθρωπο, να του προσφέρεις την αλήθεια σου Εύα, στον άνθρωπο, όχι στις επιλογές!
Οι επιλογές είναι για πολλά άλλα στη ζωή των μεγάλων, την καρδιά σου πάλι,... να την εμπιστευτείς στις πεταλούδες.
Κάποια στιγμή θα φτερουγίσουν. Μπορούν να φτερουγίζουν «για πάντα». Ευάκι σε εκείνο το «για πάντα», να σταματήσεις. Ναι, ψυχή μου;

Dedicated to an unknown friend, who put things in the right perspective, in my mind.
People are not choices, people are priceless gifts.

Dedicated to my Catherine for our beautiful correspondence that never ends.
Dedicated to my niece, Eua, for her 8th birthday.
Especially dedicated, to Birious who responded graciously to my soul need for a song.

Κυριακή 2 Μαΐου 2010

It is always nice by the sea, as Lena says.

Σάββατο πρωί, να διασχίζει την Ανθέων, εκείνη για να πάρει εφημερίδες, εκείνος έχοντας ήδη πάρει νερά! Ένα γεια, το πρώτο καταμεσής του δρόμου! Με τις εφημερίδες, τα νερά, την απίστευτη οργάνωση στα μπαγκάζια και να ναι όλα δεμένα! Εσείς όταν ταξιδεύετε, δένετε την πραμάτεια σας, πίσω στο πορτ παγκάζ? Αυτοί ως παρέα, βασικά ως ελληνική οικογένεια...τη δένουνε!...ιστιοπλόοι!
Οι ιστιοπλόοι, γενικότερα, οι άνθρωποι της θάλασσας μιλάνε μια άλλη γλώσσα, οι άνεμοι λέγονται αλλιώς, και ο Θεός των Θεών ακούει στο όνομα... «Ποσειδών». Ο Θεός αυτός, δίνει διάφορες πληροφορίες που μεταφράζονται σε τριάρια, τεσσάρια, πεντάρια...τα μποφόρια! Η φάρα της θάλασσας μπορεί κοιτώντας μόνο το κύμα, να πει..., «ααα, αυτό είναι μόνο 3άρι», οι ξέμπαρκοι στην προκείμενη φάση, ανοιγοκλείνουν τα μάτια τους με ένα ψαρίσιο βλέμμα,αυτό του χάνου! Αν υπάρχει ένα μέρος, μια φάση ζωής στην οποία, αυτή έχει νιώσει εντελώς άχρηστη, ήταν η πρώτη ρυμούλκηση του σκάφους για να το βουτήξουνε στη θάλασσα. Όλα καινούρια, ιεροτελεστίες, η πρώτη φορά υπήρξε άκρως επεισοδιακή. Για θάλασσα ξεκίνησαν, στην Αυστρία κατέληξαν! Ιούλης μήνας, να ρίχνει χαλάζι σε μέγεθος κερασιού, να ανεβοκατεβαίνουν στριφογυριστούς δρόμους πηγαίνοντας προς το Hollyland, να μη βλέπουν την τύφλα τους από τη χαλαζόπτωση, η κουκούλα του σκάφους να είναι τίγκα στο χαλάζι και στην πευκοβελόνα και το χιούμορ να περιστρέφεται σα σίφουνας εντός του αυτοκινήτου! Εκεί, κάπου στον Χολομώντα, της εξομολογήθηκαν ότι, το σκάφος το νοικιάζουνε τα Σαββατοκύριακα και το πηγαινοφέρνουνε βόλτες στα ορεινά της Χαλκιδικής, έτσι βρε αδερφέ για να κουνηθούνε λίγο στο ωραίο φύλο, και μετά αφού ξεσκάσει, το σκάφος, το επιστρέφουν στο πάρκινγκ! Το πλένουνε από τη βροχή, το φυλάνε σταυρωτά και δίνουν ραντεβού το επόμενο ΣΚ!
Υπήρξανε πολλά τέτοια ΣΚ, τα γέλια να είναι πάντα μέχρι δακρύων, τα πράγματα να είναι πάντα δεμένα και τα βράδια αναχώρησης από το κλεινόν άστυ ονειρεμένα. Εκείνη να φτάνει κουβαλώντας τα γκουντίνια της, τα φρούτα και οι ντοματούλες να είναι πάντα ονοματισμένες, οι σακουλίτσες πάντα δεμένες μια μια, και μετά ευλαβικά τοποθετημένες και ξαναασφαλισμένες στο αμπάρι του φουσκωτού.
Εκείνη κάθεται πάντα πίσω, στην πλάτη όλων, γυρισμένη με την πλάτη σε όλους, αγαπά να κοιτάζει πίσω, τη γραμμή που αφήνουν, τη γη να ξεμακραίνει, αγαπά να ακούει τον ήχο να τα σκεπάζει όλα, μνήμες που πονούσαν, χαρές που πονούσαν την ώρα που γραφόντουσαν πάνω σε χαρές παλιές. Το κασκόλ βαμβακερό λευκό και οι χαρές να πονάνε. Εκείνο το καλοκαίρι οι χαρές παίζανε «γκραφίτι» μέσα στο μυαλό της, και ναι, το «γκραφίτι» μπορεί και να πονάει.
Το σκάφος να σκάει πάνω στα κύματα και εκείνη να ανακουφίζεται από το πραγματικό. Το σώμα να πονάει έναν πόνο που να τον καταλαβαίνει, η ψυχή, η ψυχή να μην πονάει. Αυτό. Γυρισμένη με την πλάτη σε όλους και όλα, τα μάτια αφημένα στον Άθω, τα μάτια αφημένα στη λαδιά, τα μάτια αφημένα στον ήλιο να βυθίζεται στο αλάτι, μια αχλή, μια ατμόσφαιρα κατακερματισμένη, σε θολές κουκκίδες και το φως, αχ το φως να διαθλάται, το χρώμα να είναι κίτρινο, ροζ, ροζ μωβ, μωβ, μπλε, μπλε γκρι, γκρι σιελ, σιελ μελιτζανί, μελιτζανί μαύρο...μαύρο και να λαμπυρίζει.
Ένα καρυδότσουφλό ανάμεσα στο δεύτερο και στο τρίτο, αυτό! Ένα καρυδότσουφλο, μικροσκοπικό ριγμένο στη θάλασσα και η φύση μνημειακή. Η φύση στο δεύτερο είναι μνημειακή, είναι δραματική, σε ξεκινάει από χαμηλωμένα λοφάκια, σε μπάζει μαγικά, ειδυλλιακά, σε προετοιμάζει για ένα πράσινο οργιαστικό, να στραφταλίζει θυμάρι και πεύκο άγριο για να σε τσακίσει απρόσμενα, αναπάντεχα με γη άνυδρη, ξερακιανή, σκληρή και συνάμα τόσο φιλόξενη μέσα στο αφιλόξενο της. Η γη λίγο πριν το πόρτο κουφό, εκείνη η γη που αντικρίζει τον Άθω αυγή την αυγή, είναι πολύ άδεια, πολύ αρχέγονη, έχει φτάσει στα όρια της. Η αλήθεια και η ζωή εκεί κάτω είναι άμμος.
Επιστρέφουν, το βλέμμα ακουμπάει τους μαύρους βράχους στο Γκόα. Το Γκόα είναι ά – τοπο και ά – χρονο. Πλησιάζουν αργά, μηχανή σβηστή, προσκύνημα, συγχωρέστε της το εύκολο ουσιαστικό, αλλά δε βρίσκει άλλο, ένα χρόνο το ψάχνει, ένα χρόνο ψάχνει τις λέξεις, ένα χρόνο ψάχνει να βάλλει τα συναισθήματα, ενός Ιούλη, σε λέξεις. Υπάρχουν στιγμές που δε στριμώχνονται με τίποτα, δε χωράν πουθενά, υπάρχουν στιγμές που δε χωράνε στο χρόνο, όσο χρόνο και να τους δώσεις, στιγμές ευρύχωρες, στιγμές που περιγράφονται ως τόποι. Όταν ο χρόνος γίνεται χώρος και ο χώρος δεν χωράει παρά μόνο στην μνήμη, όταν τα μάτια αδυνατούν και αρνούνται να ανοιγοκλείσουν, όταν απλά ανασαίνουν γιατί τα πνευμόνια χτυπάνε τους χτύπους της καρδιάς, γιατί η καρδιά ξαποσταίνει, τότε έχεις φτάσει στη Συκιά.
Θα βουτήξεις τα γυμνά πόδια στη θάλασσα, το νερό ίσα που θα φτάνει στους αστραγάλους, τα δαχτυλάκια θα βουλιάξουν το βάρος σου στην νερένια αμμουδιά. Θα περπατήσεις. Ευτυχώς θα περπατήσεις. Θα ανεβείς ξυπόλητος τα σκαλιά, θα έχει αμμουδιά φερμένη από τους πρότερους. Θα καθίσεις. Θα καθίσεις το σώμα σου. Θα ζητήσεις συγνώμη από τους πολύ στενούς, θα πρέπει να έρθεις κι εσύ.
Μπορεί να χρειαστεί να περπατήσεις κι άλλο.
Θα χρειαστεί.
Θα πεινούσες. Πάντα πεινάς.
Μπορεί και να έχεις χορτάσει. Θα έχεις χορτάσει. Βασικά, θα έχεις σκάσει στην ευτυχία. Η ευτυχία ορισμένες φορές χωράει ευρύχωρα σε σιωπές.
Υπάρχουν σιωπές που λαμπυρίζουν. Θα είναι τα μάτια σου. Τα μάτια της δεν είναι τίποτα ιδιαίτερο. Είναι απλά καστανά. Απλά κουβαλάνε ένα σούρουπο στη Συκιά.
Ένα τραπέζι γεμάτο φίλους που της χαρίσανε τη δική της Συκιά. Εκείνη σε αντάλλαγμα, εκείνο το σούρουπο, τους χάρισε...τη σιγή της, και την ανορεξία της. Α, και κάτι μάτια καστανά, τεράστια... να χωράνε την ευτυχία.
Βράδυ με φεγγάρι. Φύγανε. Να πάνε πού; Μετά την ευτυχία, να πας πού ακριβώς;
.....στη θάλασσα...γιατί είναι ωραία δίπλα στη θάλασσα.

34 Φλεβάρηδες μετά, Κυριακή πρωί δεν είναι για πολλά σίγουρη. Για αυτό είναι! Είναι ωραία κοντά στη θάλασσα!
Ο Παύλος την περιμένει για καφέ "εν πλω" και ο Δημήτρης θα την ακούσει στο τηλέφωνο να λέει τις πρώτες της λέξεις στη γλώσσα της θάλασσας. Η Σοφία πάλι, από χτες είναι ήδη μέσα!Η Κατερίνα μετράει ανάποδα για να μπει. Κι εκείνη, ένα βράδυ κόντεψε να πέσει στο Θερμαικό κάνοντας τζόγκινγκ. Είχε τα νεύρα της. Αλλά αυτό είναι προσωπικό δεδομένο, το μεγάλο της αρνητικό, ανυπόμονη και με μια τάση να τα κάνει όλα λαμπόγυαλο.
Υπάρχουν άνθρωποι που της δώσανε την ευκαιρία, το χρόνο να τα ξανακολλήσει τα γυαλάκια!
Να δίνεις σε μια ανυπόμονη, από τον δικό σου χρόνο! Απίστευτο δώρο!
Παράδοξο! Απίστευτα ανθεκτικό!


Dedicated to Sophia for «travelling» me to the land of her close friends.
Dedicated to Lena, who put in words, my thoughts, feelings, memories, cause it is always nice by the sea!
Especially dedicated to Dimitris, for a priceless gift. Approaching Sikia, properly!