Τρίτη 23 Μαρτίου 2010

Honda Accord tou 1980.

Κοιμάται. Νυχτικάκι παιδικό, από αυτά που αφήνουν μόνο να ξεχωρίζουν τα δαχτυλάκια. Μια πόρτα συρταρωτή χωρίζει το δωμάτιο της από το σαλόνι. Φώτα αναμμένα, ο κλασικός πολυέλαιος και κάπνα, πολύ κάπνα. Αρχές 80.
Σκύβει από πάνω της, ξύπνα, της λέει. Ήρθε!
Σηκώνεται νυσταγμένη, ξυπόλυτη. Πάει και χώνεται στην αγκαλιά του. Δυο φιλιά. Την κρατάει. Κάτι της λέει. Δε θυμάμαι, τι, τι, τι...
Αν κρατούσε σήμερα  εκείνη τον Billy, είναι σίγουρη...ότι θα του έλεγε τα ίδια.
Εκεί στην αγκαλιά του, τρώει την πρώτη της μη κρητική μπανάνα. Εκεί. Όχι στο σχολείο, όχι στο διάλειμμα. Βουκιά βουκιά, πριν καν πλυθεί, πριν πιεί το γάλα, πριν τις φετούλες τις χωρίς κόρα για να κατεβαίνουν εύκολα.
Μετρημένες οι chiquita. Χωρισμένες ακριβώς στη μέση. Να κρατάνε μια βδομάδα. Υπήρξε μια εποχή που η βδομάδα τελείωνε όταν τελείωναν οι μπανάνες. Ποτέ διπλά φαγωμένες. Ποτέ. Tη δεκαετία του 80 η πολυτέλεια μεταφράζονταν στη δυνατότητα να επιτρέπεις στον εαυτό σου να φας δύο μπανάνες στη σειρά.
Περασμένους τους 33 +1 Φλεβάρηδες...το κάνει πάντα πια. Απωθημένο.
Honda Accord model 1980, βελουτέ καθίσματα σε χρώμα φυστικί ανοιχτό, μια χροιά γκρι, ξύλο γυαλιστερό στο ταμπλό λουστραρισμένο,...ρίζα ελιάς,?? Ένας τόνος ξανθός..τολμά να πει...ευγενικά κομψός. Καπνός. Καπνός και δρόμος. Οι δρόμοι στη δυτική Μακεδονία είναι...Αγγελοπουλικοί. Οι δρόμοι προς το Νυμφαίο είναι ορίζοντας, είναι μοναξιά, είναι σκληροί, είναι συνοριακοί, είναι ένα γκρι ανοιχτό προς το λευκό...όχι..λυπάμαι ρε παιδιά, είναι απερίγραπτοι...οι δρόμοι της δυτικής Μακεδονίας είναι Αγγελοπουλικοί. Είναι δρόμοι που πονάνε και μυρίζουν ξυλόσομπα, και αετοί να πετάνε, και εκτάσεις άδειες μέχρι εκεί που το μάτι σου σταματά στα βουνά. Η καρδιά να χτυπά. Το νιώθετε ποτέ? Όταν πλησιάζετε σε πατρογονικά εδάφη, το νιώθετε κι εσείς? Νιώθετε να ...φτάνετε? να γυρνάτε σπίτι?

Μια πιτσαρία, κάψιμο στον ουρανίσκο. Το Νούφαρο.

Οδηγεί στο 160. Οδηγεί σέξι όσο κανείς, ίσως όσο ο Ayrton Senna.
Καθισμένη στο μπροστινό κάθισμα δίπλα του, να νιώθει μικροσκοπική και τόσο ασφαλής και ανεξάρτητη, σαν σε ταινία, μπορεί και Βεντερική, το βλέμμα έξω από το παράθυρο, σιωπή, όπως μόνο στη δυτική μακεδονία μπορεί η σιωπή να είναι μουσική, μουσική, και ο αέρας παγωμένος. Υπάρχει ένας αέρας, εκεί, τόσο πραγματικός, τόσο ανελέητος, τόσο αφιλόξενος για όλους, όλους εσάς που έρχεστε από αλλού, ένας αέρας να φτάνεις σπίτι.
Τα παράθυρα ανοιχτά, βράδυ, στροφές φουρκέτες, αστέρια, υπάρχει ένας δρόμος που εκείνη σας ξεχνά όλους, όλους, υπάρχει ένας δρόμος που της βγάζει όλα τα αρνητικά της στη φουλ. Αγέρωχη, απλησίαστη, απόμακρη, αυτάρκης, ακοινώνητη. Απαράδεκτα πλήρης.

Και μετά, το μοναστήρι στους αρχαγγέλους, στο όνομα του μπαμπά της. Μια πόρτα ξύλινη, πρασινισμένη από την υγρασία, βυζαντινές εικόνες παραγγελμένες από αυτούς, ένας πολυέλαιος, ο πιο ωραίος της ζωής της, χάσκει εκεί, κάπου στη δυτική Μακεδονία, σε ένα μοναστήρι παρατημένο, δε θα το βρείτε ποτέ, να την κρατά η γιαγιά της από το χέρι, να μοσχοβολάνε τα χέρια της αλεύρι, πίτες βλάχικες και ένα γάλα που αγαπά να μισεί. Δεν πινότανε τότε. Σήμερα θα το αντάλλασσε με το Lagavulin το 16αρι.

Το πρώτο οδήγημα του Τεό μαζί του, να είναι δεκάξι, σε δημόσιο δρόμο, ...τώρα, στην "καταιγίδα" γραμμένο, Παρίσι, κολλημένος στην κίνηση και το μυαλό στη δυτική Μακεδονία. Ο Τάσος θα οδηγεί στο MD, το κλειδί στην πόρτα και το μυαλό στη δυτική Μακεδονία. Ο άλλος Τάσος, ο μεγάλος, θα οδηγεί στην Εγνατία, επιστρέφοντας στη δυτική Μακεδονία. Ο Παύλος κι εκείνη θα επιστρέφουν σε λίγες ώρες στην παιδικότητα τους, στη δυτική Μακεδονία.

Οι άνθρωποι χωρίζονται σε δύο κατηγορίες, αυτούς που κοιτάνε γύρω τους, και σε αυτούς που περπατούν σκυφτοί..με το μυαλό σε αυτόν που έφυγε... γράφει η Νάντια.
Εκείνη, πια δεν ξέρει τι να γράψει. Πώς αποχαιρετάς κάποιον για πάντα? Τον αποχαιρετάς ποτέ?
Σήμερα δεν είναι 33 + 1 Φλεβάρηδες, σήμερα φοράει ένα μακρύ νυχτικό, βαμβακερά αθώο, σήμερα ήθελε να γράψει για τον αγαπημένο της φίλο που έχει γενέθλια. Σήμερα ήθελε πάλι να γράψει για μια κατακόκκινη Alfa στους δρόμους της Ανδαλουσίας.
Μόνο αυτό, σήμερα ως ....δώρο, Ξενοφώντα, να θυμάσαι να ζεις! Αυτό. Την Κιάρα θα την πάει στη δυτική Μακεδονία.
"Ξύπνα, της λέει".
"Έφυγε".


Dedicated to the loving memory of a lonely traveler, who lived a thousand lifes. My uncle.
Τον λένε Νίκο.